Από το Ευρωπαϊκό στο Εθνικό πλάνο για την καταπολέμηση του καρκίνου

Η δημιουργία Εθνικού Μητρώου για τον Καρκίνο, η διασυνοριακή ερευνητική συνεργασία και κινητικότητα των ασθενών, η αξία του ψηφιακού μετασχηματισμού και η κατάργηση των εγγενών παθολογιών του ελληνικού πολιτικού συστήματος ήταν τα θέματα που κυριάρχησαν στη συζήτηση σχετικά με τη σύνδεση του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Δράσης για τον Καρκίνο 2021-2025 (Europe’s Beating Cancer Plan) με την ελληνική πραγματικότητα.

Η ψήφιση του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Δράσης για τον Καρκίνο 2021-2025 αναμένεται τον Φεβρουάριο του 2022, επισήμανε ο συντονιστής της συζήτησης κύριος Ιωάννης Μπουκοβίνας, MD, PhD, PharmaD, Παθολόγος-Ογκολόγος, Επιστημονικός Υπεύθυνος Ογκολογικής Μονάδος Βιοκλινικής Θεσσαλονίκης.

Λαμβάνοντας πρώτη τον λόγο, η κυρία Μαρία Σπυράκη, Ευρωβουλευτής ΕΛΚ και μέλος της Ειδικής Επιτροπής για την Καταπολέμηση του Καρκίνου (BECA) παρουσίασε τα βασικά σημεία στα οποία εστιάζει το σχέδιο δράσης: α) την πρόληψη του καρκίνου σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, β) την ενίσχυση του προσυμπτωματικού ελέγχου και την ανίχνευση του καρκίνου χωρίς αποκλεισμούς, γ) την ισότιμη πρόσβαση στην αντικαρκινική περίθαλψη, δ) την παροχή υποστήριξης σε καρκινοπαθείς, επιζώντες και φροντιστές και ε) την αντιμετώπιση των προκλήσεων όσον αφορά τον καρκίνο που προσβάλλει παιδιά, εφήβους και νεαρούς ενηλίκους. Τα βασικά μέσα για την εκπλήρωση αυτών των στόχων, σύμφωνα με την επιτροπή BECA, είναι α) οι ολιστικές έρευνες, β) η ανταλλαγή γνώσεων, γ) η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καρκίνου και δ) η διασφάλιση της χρηματοδότησης για την καταπολέμηση του καρκίνου.

Στη συνέχεια η κ. Σπυράκη παρουσίασε τις δέκα δράσεις που πρότεινε το ΕΛΚ, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον ορισμό ειδικού απεσταλμένου για διασυνοριακή έρευνα για τον καρκίνο, καθώς και στην περαιτέρω χρηματοδότηση για την ανάπτυξη καινοτόμων προγραμμάτων και τη διενέργεια κλινικών δοκιμών. Οι δράσεις σχετίζονται επίσης με τη διαχείριση των big data, την ανάπτυξη καινοτόμων φαρμάκων των οποίων η παραγωγή σε μεγάλη κλίμακα να μην πραγματοποιείται εκτός Ευρώπης, αλλά και την αντιμετώπιση του παιδιατρικού καρκίνου, ο οποίος παραμένει σε μεγάλο βαθμό αθέατος, καθώς πολλά φάρμακα που έχουν εγκριθεί για ενηλίκους δεν έχουν φθάσει στα παιδιά, τη στιγμή που 6.000 παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο στην Ευρώπη από καρκίνο.

Η κ. Σπυράκη ενημέρωσε επίσης πως η παρούσα ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει ήδη ένα πρώτο βήμα, καθώς πρόσφατα ανακοίνωσε τη δημιουργία διαδικασίας για την ανάπτυξη μητρώου για τον καρκίνο και τον παιδιατρικό καρκίνο, το οποίο θα είναι συνδεδεμένο με τη διαδικασία συνταγογράφησης.

Τέλος, η κ. Σπυράκη παρουσίασε τις διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης και έκλεισε τονίζοντας ότι θα πρέπει να ασκηθούν πολιτικές πιέσεις για την αντιμετώπιση του καρκίνου, μιας νόσου που δεν κάνει διακρίσεις, ούτε γεωγραφικές ούτε ηλικιακές.

Στη συζήτηση που ακολούθησε μεταξύ των ομιλητών, η κ. Σπυράκη επισήμανε ότι η προβλεπόμενη διασυνοριακή συνεργασία δεν θα αφορά μόνο στην έρευνα αλλά και στη μετακίνηση των ασθενών, ενώ δίνει και στην Ελλάδα μια σπουδαία ευκαιρία για τη συγκέντρωση γνώσεων, δύναμης και ιατρικού δυναμικού ώστε να αποτελέσει πόλο έλξης για ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Απαντώντας σε ερώτηση του κ. Μπουκοβίνα, η κ. Σπυράκη έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη σημασία της διαχείρισης των δεδομένων μέσω του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τον Καρκίνο, το οποίο, διαφυλάσσοντας πάντα τα προσωπικά δεδομένα των ασθενών, θα παρέχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιούνται τα επιστημονικά δεδομένα έτσι ώστε να οδηγούν σε καινοτόμες θεραπείες. Ιδιαίτερα σημαντικό δε είναι το γεγονός ότι στα δεδομένα αυτά θα περιλαμβάνεται και ο παιδιατρικός καρκίνος και θα δίνεται έτσι η δυνατότητα αξιοποίησης δεδομένων που για ορισμένους σπάνιους τύπους καρκίνου είναι λιγοστά. Συζητήθηκε επίσης η σημασία ύπαρξης μητρώου για τον παιδιατρικό καρκίνο, έτσι ώστε οι ασθενείς να μπορούν ακόμη και σε μεγάλη ηλικία να βρουν στοιχεία του ιστορικού τους.

Ο κύριος Πάρις Α. Κοσμίδης, Παθολόγος-Ογκολόγος, Διευθυντής Β΄ Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής, Νοσοκομείο «Υγεία», τόνισε ιδιαίτερα ότι θα πρέπει να ξεπεραστούν πολλά εμπόδια προκειμένου το ευρωπαϊκό σχέδιο για τον καρκίνο να μπορέσει να εφαρμοστεί στην Ελλάδα, προτείνοντας την ύπαρξη ρήτρας που θα δεσμεύει τις εθνικές κυβερνήσεις. Η κ. Σπυράκη απάντησε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπορεί να υποχρεώσει τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν το σχέδιο, ωστόσο τα κράτη μέλη δεν μπορούν να το αγνοήσουν, καθώς πρόκειται για ένα σχέδιο με συγκεκριμένες αναφορές στη δημιουργία θεσμών και με συγκεκριμένες κατευθύνσεις, στο οποίο έχουν ληφθεί υπόψη τόσο τα εμπόδια όσο και οι τρόποι χρηματοδότησης.

Ο κύριος Βασίλειος Κουλουλίας, Αναπληρωτής Καθηγητής Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας, παρενέβη για να τονίσει τη σημασία των κανονισμών αξιολόγησης των τεχνολογιών υγείας και την ανάγκη ενοποίησης της τεχνολογίας της ακτινοθεραπευτικής ογκολογίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένων των μεγάλων ανισοτήτων που παρατηρούνται. Η κ. Σπυράκη απάντησε ότι θα πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και ότι, δεδομένου ότι δεν έχουν όλα τα κράτη μέλη την οικονομική δυνατότητα για μια τέτοια ενοποίηση, γίνεται προσπάθεια για την εύκολη και απαλλαγμένη από γραφειοκρατικά εμπόδια μετακίνηση των ασθενών μεταξύ των κρατών μελών, για τους ασθενείς που χρειάζονται προηγμένες τεχνολογίες.

Ο κύριος Γεώργιος Καπετανάκης, Γραμματέας Δ.Σ. της ΕΛΛ.Ο.Κ., υπογράμμισε πόσο σημαντική ήταν η θέσπιση ειδικής επιτροπής για τον καρκίνο στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, προτείνοντας ότι θα ήταν χρήσιμη η θέσπιση αντίστοιχης διακομματικής επιτροπής στο ελληνικό κοινοβούλιο.

Στη συνέχεια, ο κ. Καπετανάκης πήρε τον λόγο ως εκπρόσωπος των ασθενών, υπογραμμίζοντας ότι ο καρκίνος αποτελεί τον υπ’ αριθμό 1 συστημικό κίνδυνο για τα συστήματα υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν και ενδέχεται αυτό να έχει ανατραπεί με την πανδημία. Κάθε 9 δευτερόλεπτα διαγιγνώσκεται ένα νέο περιστατικό καρκίνου στην Ε.Ε., ο καρκίνος είναι η δεύτερη κύρια αιτία θνησιμότητας μετά τις καρδιαγγειακές παθήσεις και εκτιμάται ότι μέχρι το 2035 το 40% του πληθυσμού θα αντιμετωπίσει τον καρκίνο κάποια στιγμή στη ζωή του.

Έτσι, τον Φεβρουάριο του 2020, η Ευρωπαία Επίτροπος κάλεσε τους ασθενείς να καταθέσουν προτάσεις, προκειμένου αυτές να ληφθούν υπόψη στην εκπόνηση του ευρωπαϊκού σχεδίου για τον καρκίνο. Οι ασθενείς κατέθεσαν τις προτάσεις τους, δίνοντας έμφαση στην πρωτογενή και τη δευτερογενή πρόληψη, την ίση πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες και την αύξηση της επιβίωσης και τη διασφάλιση της ποιότητας ζωής μετά από τη διάγνωση και θεραπεία του καρκίνου.

Οι προτάσεις αυτές συμπεριλήφθηκαν πράγματι στο ευρωπαϊκό σχέδιο και, ένα χρόνο αργότερα, η Επίτροπος παρουσίασε τις προτεραιότητες που τέθηκαν: επιβίωση επιπλέον 3 εκατ. Ευρωπαίων πολιτών από τον καρκίνο μέχρι το 2030 και επιμήκυνση και βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.

Η πανδημία δυστυχώς καθυστέρησε τις εξελίξεις, βοήθησε όμως να αναδειχθούν παθογένειες οι οποίες ήταν κρυμμένες. Η κατάσταση αντιμετωπίστηκε σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών και τελικά φάνηκε ότι ίσως να υπήρχε περισσότερο έλλειμμα βούλησης και λιγότερο δυνατοτήτων.

Ο κ. Καπετανάκης επισήμανε για μία ακόμη φορά την απουσία πρωτοβουλιών από το ελληνικό Κοινοβούλιο και αναφέρθηκε στο γενικό συμπέρασμα του τελευταίου συνεδρίου της ΕΛΛ.Ο.Κ. (Φεβρουάριος 2021): όλοι γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει, όλοι γνωρίζουν τι πάει λάθος, αλλά σταματούν εκεί, ενώ χωλαίνουμε στην εφαρμογή των αναγκαίων πολιτικών υγείας για την αντιμετώπιση του καρκίνου. Η χώρα μας δεν θα μπορέσει να ωφεληθεί στον μέγιστο βαθμό αν δεν φροντίσει να εξασφαλίσει ότι υπάρχουν οι βασικές προϋποθέσεις για την απορρόφηση και την αξιοποίηση των προβλεπόμενων ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Ο κ. Καπετανάκης αναφέρθηκε επίσης στην απόφαση για την ίδρυση Εθνικού Ινστιτούτου Νεοπλασιών, η οποία επετεύχθη μετά από κινητοποίηση το διάστημα 2018-2019, χωρίς, ωστόσο, να έχει υπάρξει εξέλιξη σε αυτόν τον τομέα έως σήμερα. Ανέφερε επίσης ότι πέρυσι ψηφίστηκε η Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού 2020-2025, προκειμένου να δοθεί λύση σχετικά με τα διάφορα διάσπαρτα μητρώα, την οποία ο κ. Καπετανάκης χαρακτήρισε εξαιρετική. Ωστόσο, ένα χρόνο μετά, εξακολουθεί να μην υπάρχει εθνικό μητρώο νεοπλασιών.

Τέλος, ο κ. Καπετανάκης επισήμανε ότι η πανδημία COVID-19 επηρέασε σημαντικά την ογκολογική περίθαλψη και φροντίδα, επιβαρύνοντας και οικονομικά τους ασθενείς, όπως δηλώνουν οι 4 στους 10. Απηύθυνε επίσης έκκληση σε όλους τους ασθενείς να επικοινωνήσουν με τον γιατρό τους και να προχωρήσουν στις προγραμματισμένες εξετάσεις τους, αλλά και στην πολιτεία να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών με καρκίνο στις υπηρεσίες υγείας.

Συζήτηση

Στη συνέχεια, ο κ. Μπουκοβίνας ζήτησε από τους συνομιλητές να αναφέρουν ποια είναι, κατά τη γνώμη τους, τα εμπόδια που θα δυσκολέψουν τη μεταφορά ενός μικρού μέρους από όσα υπόσχεται το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για τον καρκίνο στην ελληνική πραγματικότητα.

Ο κ. Κοσμίδης απάντησε ότι επιτροπές για την αντιμετώπιση του καρκίνου έχουν υπάρξει και στο παρελθόν και όλοι γνωρίζουν καλά τι είναι αυτό που πρέπει να γίνει. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση και η πολιτική συμμαχία. Αναφέρθηκε ειδικότερα στις μακροχρόνιες προσπάθειες που έχουν καταβληθεί για την ανάπτυξη μητρώου για τον καρκίνο, οι οποίες ακυρώνονται όταν αλλάζει ο υπουργός, για να επισημάνει τα εγγενή προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής που εμποδίζουν την ύπαρξη συνέχειας και ανάπτυξης. Αναρωτήθηκε επίσης γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να επιβάλει οικονομικό μνημόνιο σε μια χώρα και δεν μπορεί να επιβάλει υγειονομικό μνημόνιο και υπογράμμισε την έλλειψη διασύνδεσης μεταξύ ευρωπαϊκού κέντρου και περιφερειακών κυβερνήσεων.

Αναφερόμενος στις ψηφιακές αλλαγές που επήλθαν στην περίθαλψη στην εποχή της COVID-19, ο κ. Μπουκοβίνας έθεσε το ερώτημα κατά πόσο ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι ικανός να υλοποιήσει μέρος του ευρωπαϊκού σχεδίου για τον καρκίνο στην Ελλάδα, παρά τα προβλήματα πολιτικής βούλησης.

Παίρνοντας τον λόγο, ο κύριος Νικόλαος Τσουκαλάς, MD, MSc, PhD, Παθολόγος-Ογκολόγος, MSc Βιοπληροφορική, Αναπλ. Διευθυντής, Ογκολογική Κλινική 401 Γ.Σ.Ν.Α., Επιστημονικός Συνεργάτης Νοσοκομείο «Ερρίκος Ντυνάν», απάντησε ότι η ψηφιακή επανάσταση θα μπορούσε ίσως να λύσει κάποιες κοινωνικές ανισότητες, ιδίως για ανθρώπους που βρίσκονται στην επαρχία και ειδικότερα στα ακριτικά νησιά, ενώ θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στα πρώτα βήματα μετά τη διάγνωση, στις πρώτες συμβουλευτικές που απαιτούνται και στον συντονισμό μεταξύ διαφορετικών ειδικοτήτων, κάτι που θα μπορούσε να έχει θεαματικά αποτελέσματα.

Ο κ. Κουλουλίας επανήλθε στην πρόταση για ύπαρξη ρήτρας, η οποία θα επιτάχυνε την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών, κατανικώντας τις από μακρόν υφιστάμενες νοοτροπίες και την αρνητική στάση απέναντι στην καταγραφή διαδικασιών και πρακτικών, η οποία στην Ελλάδα γίνεται περισσότερο αντιληπτή ως άνωθεν έλεγχος.

Παίρνοντας ξανά τον λόγο, ο κ. Καπετανάκης εξέφρασε την άποψη ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός θα μπορούσε ενδεχομένως να παρακάμψει την έλλειψη πολιτικής βούλησης, δεδομένου ότι όλες οι πληροφορίες σχετικά με τον καρκίνο και τους καρκινοπαθείς υπάρχουν κάπου καταγεγραμμένες και εκκρεμεί μόνο η ενοποίησή τους. Τόνισε τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ ενώσεων ασθενών και ιατρικών ενώσεων για την άσκηση πολιτικών πιέσεων και πρότεινε τη σύσταση διεύθυνσης για τις νεοπλασίες εντός του υπουργείου, η οποία θα λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ ασθενών, ιατρικής κοινότητας και πολιτικής ηγεσίας.

Στο σημείο αυτό, ο κ. Κουλουλίας, ο κ. Τσουκαλάς και ο κ. Κοσμίδης τόνισαν για μία ακόμη φορά τη σημασία της υπέρβασης των εγγενών πολιτικών παθολογιών, όπως η ακύρωση αποφάσεων με κάθε αλλαγή υπουργού και η φωτογραφική προκήρυξη θέσεων.

Ο κ. Μπουκοβίνας κάλεσε τέλος του συνομιλητές να κάνουν ένα τελευταίο σχόλιο σχετικά με την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου.

Ο κ. Τσουκαλάς εξέφρασε την άποψη ότι θα πρέπει να γίνουν προσπάθειες προκειμένου μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού να κάνει προληπτικές εξετάσεις, καθώς κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στην ανίχνευση του καρκίνου σε πιο πρώιμο στάδιο, αλλά και στην εξοικονόμηση πόρων για το σύστημα υγείας, οι οποίοι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε άλλες υπηρεσίες για τον καρκίνο. Ο κ. Κοσμίδης, χωρίς να αρνηθεί τη μεγάλη σημασία της πρόληψης, τόνισε ότι ο καρκίνος απαιτεί ολιστική προσέγγιση και υπογράμμισε τη σημασία της σωστής αντιμετώπισης του τελικού σταδίου του καρκίνου και της ίσης κατανομής της πρόσβασης των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες. Ο κ. Κουλουλίας επισήμανε ότι η διενέργεια του προληπτικού ελέγχου δεν αρκεί από μόνη της, ιδίως για ακριτικές περιοχές. Θα πρέπει να γίνεται καταγραφή του ελέγχου και παρακολούθηση των περιστατικών. Ο κ. Καπετανάκης, τέλος, τόνισε και αυτός τη σημασία της ολιστικής προσέγγισης και της απουσίας κατακερματισμού στην αντιμετώπιση του καρκίνου, αλλά και τη σημασία της προαγωγής της πρωτοβάθμιας φροντίδας της υγείας.