Η Πανδημία: Δυσκολίες και επιτεύγματα

Οι σύνεδροι είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τη Δευτέρα, πρώτη ημέρα του Συνεδρίου, μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνεδρία, με συντονιστή τον γνωστό δημοσιογράφο Τάσο Τέλλογλου, κατά την οποία παρουσιάσθηκε ένας απολογισμός των προκλήσεων που αντιμετώπισε η επιστήμη κατά την προσπάθεια διαχείρισης της πανδημίας Covid-19, των επιστημονικών επιτευγμάτων που επέφερε η προσπάθεια αυτή, καθώς και των επιπτώσεων της πανδημίας στη λειτουργία των μονάδων υγείας.

Πρώτος έλαβε τον λόγο ο Καθηγητής Μικροβιολογίας, Διευθυντής του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Ε.Κ.Π.Α. και Αντιπρύτανης του Ε.Κ.Π.Α. κ. Αθανάσιος Τσακρής, ο οποίος στην ομιλία του «mRNA εμβόλια: Παρακαταθήκη για το αύριο» αναφέρθηκε αρχικά στα βήματα που προηγήθηκαν της ανάπτυξης των mRNA εμβολίων, τα οποία συνιστούν ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό όπλο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, που οδήγησε σε μείωση των σοβαρών νοσηλειών και των θανάτων από Covid-19.

Το εγχείρημα ήταν σαφώς δύσκολο, υπογράμμισε ο Καθηγητής, δεδομένης της ικανότητας των κορωνοϊών να διαφεύγουν εύκολα της ανοσιακής απάντησης, ωστόσο, παρά την παραπληροφόρηση που αρχικά διαδόθηκε σχετικά με την πολύ γρήγορη ανάπτυξή τους μετά την έλευση της πανδημίας, η τεχνολογία αυτή δεν είναι καινούργια, καθώς το mRNA ανακαλύφθηκε το 1961 και τα πρώτα δεδομένα από τη μελέτη του ανάγονται στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Από τα πρώτα αυτά δεδομένα έως το 2018, συνέχισε ο κ. Τσακρής, τα βήματα προόδου και οι συνεχείς ανακαλύψεις ήταν αλλεπάλληλες. Έτσι, το 1998 φτάσαμε στην ανάπτυξη του πρώτου φαρμάκου mRNA για μία λοίμωξη του αμφιβληστροειδούς, ενώ αργότερα το 2003 χρησιμοποιήθηκε για τη θεραπεία της ηπατίτιδας C και για τον πολλαπλασιασμό του HIV στα μακροφάγα, το 2004 έλαβε έγκριση από τον FDA το πρώτο φάρμακο mRNA και το 2006 απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας για τις δυνατότητες που έχει το παρεμβαλλόμενο RNA να χρησιμοποιηθεί στην έκφραση διαφόρων γονιδίων που σχετίζονται με ηπατική βλάβη και θάνατο στους μυς. Οι πρώτες μελέτες σε ανθρώπους πραγματοποιήθηκαν το 2010 για τη θεραπεία του μυελώματος και στη συνέχεια το 2018 εγκρίθηκε το πρώτο φάρμακο για χρήση στη συγγενή αμυλοείδωση. Η πρώτη αναφορά στη δυνατότητα χρήσης του mRNA σε θεραπείες για τον καρκίνο και για λοιμώξεις, αλλά και σε εμβόλια, πρόσθεσε ο ομιλητής, έγινε το 2014.

Την ώθηση ωστόσο στη χρήση του mRNA σε εμβόλια, ανέφερε ο κ. Τσακρής, έδωσαν στη συνέχεια δύο συγκεκριμένα τεχνολογικά επιτεύγματα, η χρήση λιπιδικών νανοσωματιδίων για τη μεταφορά και σταθερότητα του μορίου mRNA, που κατέστησε δυνατή τη συντήρηση των εμβολίων, και μία σειρά βιοτεχνολογικών τροποποιήσεων που έγιναν με στόχο την αποφυγή φλεγμονωδών αντιδράσεων και τη μέγιστη καθαρότητα του μορίου ώστε να εκμηδενιστούν οι έστω και ελάχιστες παρενέργειες και να καταστεί δυνατή η εφαρμογή του mRNA σε εμβόλια. Δίνοντας μια σύντομη περιγραφή του μηχανισμού δράσης των mRNA εμβολίων, ο κ. Τσακρής επεσήμανε ότι πλέον ο νέος στόχος της επιστημονικής κοινότητας είναι η περαιτέρω βελτίωση των εμβολίων, με σημείο-κλειδί την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη καθαρότητα του μορίου, ώστε να μειωθούν οποιεσδήποτε, έστω και σπάνιες, πιθανότητες εμφάνισης φλεγμονωδών ανοσοαποκρίσεων στο συνθετικό mRNA. Ασφαλώς, τόνισε ο εισηγητής, η ανάπτυξη παραλλαγών του ιού ενδέχεται να οδηγήσει σε επικαιροποίηση των εμβολίων, ενώ ενδέχεται να χρειασθεί επίσης να αναπτυχθούν και άλλα εμβόλια που να μην στοχεύουν μόνο την πρωτεΐνη της ακίδας  του SARS-CoV-2. Σήμερα, αναμένουμε τα αποτελέσματα της αξιολόγησης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων  για το εμβόλιο της Valneva κατά του κορωνοϊού, το οποίο χρησιμοποιεί συμβατική τεχνολογία, ολοκλήρωσε την ομιλία του ο κ. Τσακρής, ώστε να δούμε κατά πόσο μπορούν και τα εμβόλια αυτά να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση και διαχείριση της παρούσας πανδημίας.

Τη σκυτάλη των ομιλιών έλαβε ο κ. Αθανάσιος Σκουτέλης, ο οποίος στην εισήγησή του με τίτλο «Εμβόλια: Πάθαμε και μάθαμε», περιέγραψε τα κύρια σφάλματα που έγιναν όσον αφορά στη διαχείριση της ενημέρωσης για τους εμβολιασμούς στη χώρα μας. Πέρυσι, τέτοιο καιρό, ξεκίνησε την ομιλία του ο κ. Σκουτέλης, πολλοί δημοσιογράφοι και ΜΜΕ επέκριναν τον ΕΜΑ και την επιστημονική κοινότητα επειδή καθυστέρησαν μία εβδομάδα να εγκρίνουν το εμβόλιο, ενώ στη συνέχεια η αμφισβήτηση εστιάσθηκε στον προβλεπόμενο αριθμό εμβολιασμών, ο οποίος ωστόσο τελικά επιτεύχθηκε παρά τις έντονες αμφιβολίες που εκφράζονταν. Μετά το καλοκαίρι, συνέχισε ο Καθηγητής, άρχισαν να εμφανίζονται νέα στελέχη και παράλληλα να αυξάνεται η απροθυμία του κόσμου να εμβολιασθεί. Η μείωση αυτή στους εμβολιασμούς, σε συνδυασμό με την επικράτηση νέων πιο μεταδοτικών στελεχών, κατέστησε ανέφικτη μετά από ένα σημείο την επίτευξη «ανοσίας της αγέλης», οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση των απαιτούμενων ποσοστών ανοσίας στον πληθυσμό. Και ασφαλώς, το στέλεχος Όμικρον ήρθε να αλλάξει ακόμη περισσότερο τα δεδομένα, πρόσθεσε ο κ. Σκουτέλης. Ο συνδυασμός των περιορισμών που εφαρμόσθηκαν στην κυκλοφορία και ψυχαγωγία του ανεμβολίαστου πληθυσμού με την προαναγγελία προστίμων στα άτομα άνω των 60 ετών που θα παραμείνουν ανεμβολίαστα, αλλά και την αύξηση των θανάτων από τον ιό, αύξησε εκ νέου την προθυμία πολλών να εμβολιασθούν, συνέχισε ο ομιλητής.

Αναζητώντας ωστόσο τα αίτια της αρχικής μείωσης των εμβολιασμών, συμπλήρωσε, μπορούμε να εντοπίσουμε σημαντικά σφάλματα τόσο στην ενημέρωση όσο και στην πειθώ, καθώς και στο παράδειγμα που έδωσαν οι εκπρόσωποι της Επιστήμης, της Πολιτείας και της Εκκλησίας. Από την αρχή της πανδημίας, υπήρξε εκτεταμένη ενημέρωση του πληθυσμού και όλες οι πληροφορίες ήταν διαθέσιμες σε όλους, εξήγησε ο Καθηγητής, όταν όμως δεν υπάρχει ορθή αξιολόγηση των πληροφοριών των οποίων γινόμαστε γνώστες, μερικές φορές η υπερπληροφόρηση καταλήγει σε παραπληροφόρηση. Ένα άλλο σημαντικό σφάλμα, επισήμανε, ήταν το ισότιμο βήμα που δόθηκε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στους υποστηρικτές του εμβολίου και στους αντιεμβολιαστές, με αποτέλεσμα να γίνει εκτενής προβολή των αντιεμβολιαστικών θέσεων και να υπάρξει λανθασμένη ενημέρωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Οι αντιεμβολιαστές πιστεύουν ότι οι υπέρμαχοι του εμβολιασμού είναι στρατευμένοι στην υπεράσπιση της κυβέρνησης, τόνισε, και σε ορισμένες περιπτώσεις αντιμετωπίζουν την πανδημία ως εφεύρημα της κυβέρνησης. Επομένως, δεν υπήρξε προφανώς σωστή διαχείριση της ενημέρωσης, ώστε να γίνει κατανοητή από όλους. Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σήμερα, σημείωσε ο κ. Σκουτέλης, είναι ότι οι άνω των 60 ετών θα έπρεπε να είναι όλοι εμβολιασμένοι, καθώς σε αυτή την ηλικιακή ομάδα βλέπουμε τους περισσότερους θανάτους και τις περισσότερες νοσηλείες για σοβαρή νόσηση. Αντιεμβολιαστικά κινήματα παρατηρούνται και σε  άλλες χώρες, κατέληξε ο ομιλητής, όπου ωστόσο η εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού είναι υψηλή, καθώς εκτός των αντισυστημικών τάσεων υπάρχει και ορθή αίσθηση του κινδύνου, η οποία απαιτεί ασφαλώς σωστή και κατανοητή πληροφόρηση του πληθυσμού.

Η συνεδρία ολοκληρώθηκε με τον κ. Μάριο Λαζανά, Παθολόγο-Λοιμωξιολόγο, Διευθυντή της Παθολογικής Κλινικής του ΙΑΣΩ και Πρόεδρο της ΕΕΜΑΑ, που μίλησε για την «Επίπτωση της Covid-19 στη λειτουργία των μονάδων λοιμώξεων», φέρνοντας ως παράδειγμα το Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο» του Ε.Ε.Σ.  στο οποίο διετέλεσε Διευθυντής επί 17 έτη. Κάνοντας αρχικά μια ιστορική αναδρομή στην ίδρυση και λειτουργία του Νοσοκομείου, ο κ. Λαζανάς εστίασε στη δημιουργία το 2003 της πρώτης μονάδας αρνητικής πίεσης για τον SARS, στη σημαντική προσφορά της Μονάδας Λοιμώξεων όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και στην τραγική επιλογή να δαπανηθούν πόροι που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για τη δημιουργία μιας σύγχρονης μονάδας ΤΕΠ σε διορθωτικές κτιριακές παρεμβάσεις. Κατά την αρχική περίοδο της πανδημίας, έγινε προετοιμασία του Νοσοκομείου και  εκπαίδευση του προσωπικού για την αντιμετώπιση ασθενών με Covid-19, ανέφερε ο κ. Λαζανάς, και το Νοσοκομείο από το Μάρτιο του 2020 έως το Μάρτιο του 2021 λειτούργησε ως «μεικτού τύπου», υποδεχόμενο ασθενείς με κορωνοϊό και ασθενείς με άλλες παθήσεις. Φυσικά, η μεικτή αυτή λειτουργία οδήγησε σε πολλαπλά προβλήματα και επέφερε σημαντική επιβάρυνση στο Νοσοκομείο, καθώς χρειάσθηκε να πραγματοποιηθούν επείγουσες εργασίες διαμόρφωσης και απομόνωσης τμημάτων Covid, αλλά και να επιλυθούν τα προβλήματα που αφορούσαν στην παροχή οξυγόνου. Τα προβλήματα που αντιμετωπίσθηκαν στο συγκεκριμένο Νοσοκομείο είναι ενδεικτικά αυτών που αντιμετωπίσθηκαν σε πολλά παλαιά νοσοκομεία, επεσήμανε ο κ. Λαζανάς. Η έλλειψη προσωπικού, η ανάγκη χρήσης ενός αξονικού τομογράφου αποκλειστικά από ασθενείς με Covid, η ανάγκη δημιουργίας τμήματος επειγόντων και πνευμονολογικών κλινικών για τους ασθενείς αυτούς κ.λπ. είχαν ως συνέπεια την υπολειτουργία των εξωτερικών ιατρείων της μονάδας λοιμώξεων και την πλημμελή παρακολούθηση των ασθενών με HIV. Από τον Ιανουάριο του 2021, η Μονάδα Ημερήσιας Νοσηλείας μετατράπηκε σε εμβολιαστικό κέντρο, συνέχισε ο εισηγητής, ενώ από το Μάρτιο έως τον Ιούνιο 2021 το Νοσοκομείο λειτουργούσε αποκλειστικά για τη νοσηλεία ασθενών με Covid και στη συνέχεια μετετράπη πάλι σε «μεικτού τύπου».

Από το πρώτο κύμα έως σήμερα, υπογράμμισε ο κ. Λαζανάς, η μετατροπή μονάδων υγείας σε νοσοκομεία αναφοράς Covid έχει διαπιστωθεί ότι οδηγεί σε ελλιπή παρακολούθηση και συμβουλευτική καθοδήγηση άλλων ασθενών, σε αδυναμία διενέργειας εργαστηριακών εξετάσεων και σε καθυστερημένες διαγνώσεις, καθώς ο χρόνος του προσωπικού αφιερώνεται στο μεγαλύτερο μέρος του στους ασθενείς με Covid. Και ασφαλώς, ολοκλήρωσε την ομιλία του ο κ. Λαζανάς, μετά από δύο έτη συνεχούς αντιμετώπισης των επιπτώσεων της πανδημίας, η κόπωση του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού είναι τεράστια.

Συζήτηση

Στη συζήτηση που ακολούθησε σχετικά με την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, ο κ. Λαζανάς υπεραμύνθηκε του μέτρου τονίζοντας ότι δεν νοείται οι άνθρωποι που έρχονται σε επαφή και περιθάλπουν ασθενείς να είναι ανεμβολίαστοι και να υπάρχει πιθανότητα να τους μεταδώσουν τον ιό εντός του Νοσοκομείου.

Μαζί του συμφώνησε ανεπιφύλακτα και ο κ. Σκουτέλης, αναφέροντας πως στη δημόσια υγεία δεν χωρούν εκπτώσεις και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων πρέπει να είναι εμβολιασμένο για την Covid-19, όπως είναι και για άλλες νόσους.

Η υποχρεωτικότητα δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένας ακόμη περιορισμός, συμπλήρωσε ο κ. Λαζανάς, αλλά ως μια ηθική υποχρέωση που έχουμε έναντι του εαυτού μας και του κοινωνικού συνόλου να είμαστε υγιείς και να προφυλάσσουμε και την υγεία των γύρω μας.