Η παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται υπό πίεση και όλοι έχουμε προσδοκίες από την φαρμακευτική τεχνολογία, παρατήρησε ο καθηγητής Γιάννης Κυριόπουλος στην εισαγωγή του στη συνεδρία με θέμα Σχήματα θεραπευτικής αντιμετώπισης της COVID-19.
Συντονιστής της συνεδρίας μαζί με τον κ. Κυριόπουλο ήταν και ο καθηγητής Παθολογίας-Ρευματολογίας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Δημήτρης Τ. Μπούμπας, διευθυντής Δ Παθολογικής Κλινικής Π.Γ.Ν. «Αττικόν», Πρόεδρος Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών και Πρόεδρος ΚΕ.Σ.Υ.
Πρώτος πήρε τον λόγο ο Χαράλαμπος Γώγος, καθηγητής Παθολογίας Ιατρικού Τμήματος Πανεπιστημίου Πατρών και Μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας, και εξέθεσε τις απόψεις του για τις τρέχουσες θεραπείες στη νοσηλεία του COVID-19. Ο καθηγητής παρέθεσε αρχικά, τα τρέχοντα παγκόσμια στατιστικά στοιχεία, δηλαδή ότι έχουν καταγραφεί πάνω από 269 δισεκατομμύρια κρούσματα παγκοσμίως, περισσότεροι από 5 εκατομμύρια θάνατοι και παράλληλα 8,5 δισεκατομμύρια εμβολιασμοί. Ο ομιλητής πρόσθεσε ότι οι εμβολιασμοί είναι το «χρυσό» κλειδί, αλλά η πρόσληψη εμβολιασμού είναι ακόμα χαμηλή για να βγούμε από την πανδημία. Συνεχίζει να υπάρχει μεγάλη ανάγκη θεραπευτικής αντιμετώπισης των ασθενών με COVID-19.
Ο κ. Γώγος ανέφερε ότι υπάρχουν τρεις τρόποι να προσεγγίσουμε τη θεραπεία. Ο πρώτος τρόπος είναι να βλέπουμε τον κύκλο παραγωγής του ιού. Ο δεύτερος τρόπος είναι να παρέμβουμε στις διάφορες φάσεις του ιού. Υπάρχουν τρεις φάσεις: η αρχική (χρήση αντιικών φαρμάκων), η πνευμονική φάση, και τελευταία, η υπερφλεγμονή (χρήση ανοσοτροποποιητικών). Ο τρίτος τρόπος είναι να παρέμβουμε αναλόγως με το στάδιο της νόσου. Ο κ. Γώγος σε αυτό το σημείο τόνισε ότι η σωστή χορήγηση οξυγόνου είναι πολύ σημαντική. Στη συνέχεια μιλώντας για τη φαρμακοθεραπεία στη νόσο COVID-19, ανέλυσε τις ακόλουθες κατηγορίες: τα αντιικά (ρεμδεσιβίρη), τα ανοσοτροποποιητικά (κορτικοστεροειδή, IL-1 and IL-6 αναστολείς, αναστολείς κινάσης) και τα μονοκλωνικά αντισώματα (bamlanivimab + etesevimab, casirivimab + imdevimab, sotrovimab).
Από τα αντιικά, ο κ. Γώγος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ρεμδεσιβίρη, η οποία είναι ένας αναστολέας της σύνθεσης του RNA. Αυτή η θεραπεία έχει εγκριθεί από τον FDA, από τον ευρωπαϊκό οργανισμό φαρμάκων και από άλλους πολλούς διεθνείς οργανισμούς. Το αντιικό χρησιμοποιείται στην πρώιμη φάση, σε αρρώστους που δεν χρειάζονται οξυγόνο αλλά έχουν παράγοντες κινδύνου. Ο ομιλητής αναφέρθηκε σε μια μελέτη που η τριήμερη ενδοφλέβια χορήγηση στην πρόωρη φάση είχε 87% ελάττωση στη νοσηλεία και 81% στον θάνατο. Οι κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαβίωσή του ESCMID για τον COVID-19 παρατήρησαν βελτίωση όσον αφορά τη θνητότητα, μειωμένη εξέλιξη της νόσου και ταχύτερη ανάρρωση, βάσει διεθνών δεδομένων. Ιδανικά αποτελέσματα επιτυγχάνονταν με συνταγογράφηση ρεμντεσιβίρης σε ασθενείς με χαμηλά και μέτρια επίπεδα οξυγόνου και όχι με υψηλά επίπεδα οξυγόνου. Από τα νέα αντιικά, έχουν εγκριθεί το molnupiravir (Lagevrio) της MSD και το PF-07321332 (Paxlovid) της Pfizer. Και τα δύο προορίζονται για πρώιμη χορήγηση εντός πέντε ημερών, από στόματος, για χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας.
Από τα ανοσοτροποποιητικά, ο ομιλητής αναφέρθηκε στην δεξαμεθαζόνη. Μαζί με τη χρήση οξυγόνου, η δεξαμεθαζόνη μείωσε τα ποσοστά θανάτου. Ο κ. Γώγος αναφέρθηκε επίσης σε διάφορους συνδυασμούς φαρμάκων (π.χ. βαρισιτινίμπη) επισημαίνοντας ότι αυτά τα φάρμακα συνιστούν δάνεια από τη ρευματολογία, καθώς πρόκειται για αντιφλεγμονώδη.
Όσον αφορά τα μονοκλωνικά αντισώματα (bamlanivimab + etesevimab, casirivimab + imdevimab, sotrovimab), οι μελέτες έχουν δείξει ότι έχουν μειώσει τις νοσηλείες και ελαττώνουν το ιικό φορτίο, είπε ο κ. Γώγος. Αυτά τα φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως προφύλαξη για τα άτομα που δεν θέλουν να εμβολιαστούν και έχουν σοβαρά υποκείμενα νοσήματα.
Ο κ. Γώγος είπε χαρακτηριστικά ότι «τώρα γνωρίζουμε περισσότερα από πριν, αλλά λιγότερα από όσα χρειαζόμαστε». Ολοκλήρωσε την παρουσίασή του υπογραμμίζοντας ότι ο εμβολιασμός είναι το κλειδί, οι τρέχουσες θεραπείες βελτιώνονται, ενώ η σωστή χρήση του οξυγόνου είναι σημαντική.
Στη συνέχεια, στην ομιλία του ο κ. Κώστας Αθανασάκης εστίασε στα οικονομικά της υγείας και πιο συγκεκριμένα σε μια μελέτη της ρεμδεσιβίρης. Η πανδημία είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα που επηρεάζει τις ζωές μας προκαλώντας διατάραξη στην οικονομία, όπως είπε ο ομιλητής. Το άμεσο κόστος για τη διαχείριση των κρουσμάτων έφτασε τα €633 εκατομμύρια (14/3/2021-4/4/2021), χωρίς να περιλαμβάνονται το κόστος επενδύσεων στο σύστημα υγείας, το κόστος μέτρων προστασίας, το κόστος εμβολίων, άλλες φροντίδες και το άμεσο κόστος (απόλυσης πραγματικότητας), πρόσθεσε.
Οι οικονομίες «αγαπούν» την κοινωνική σταθερότητα και την προβλεψιμότητα, είπε ο κ. Αθανασάκης. Η κοινωνική σταθερότητα επιδρά θετικά στην οικονομία και την ανάπτυξη μέσω των ατομικών αποφάσεων και μέσω των αποφάσεων του κράτους για δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις. Η κοινωνική σταθερότητα και η προβλεψιμότητα θα επέλθουν μέσω του εμβολιασμού, κατέληξε τον συλλογισμό του. Ο εμβολιασμός στην Ελλάδα έδειξε άμεσα αποτελέσματα με τα πρώτα βήματα του εμβολιαστικού προγράμματος και φάνηκε πως αποτελεί μια επαρκή επιλογή για την επίλυση του προβλήματος της πανδημίας. Παρόλα αυτά, παραμένει ένα σημαντικό ποσοστό ανεκπλήρωτων αναγκών για θεραπεία, καθώς οι εμβολιασμοί δεν προχώρησαν αρκετά, δημιουργώντας «πλατό».
Στη συνέχεια, ο ομιλητής αναφέρθηκε σε μια μελέτη ανάλυσης κόστους-αποτελεσματικότητας της ρεμδεσιβίρης ως προσθήκη στην τυπική προσέγγιση των νοσηλευόμενων ασθενών με COVID-19 στην Ελλάδα. Η μεθοδολογική προσέγγιση της μελέτης περιλάμβανε Δέντρο Αποφάσεων και Μοντέλο Μάρκοβ. Η προσθήκη της ρεμδεσιβίρης στον θεραπευτικό αλγόριθμο οδηγεί, σύμφωνα με το υπόδειγμα, σε κέρδος της τάξης των 1,45 life-years gained (LYG) και 1,11 QALYs σε σύγκριση με το SoC. Το συνολικό κόστος ανά ασθενή παρουσιάζεται μειωμένο στην περίπτωση της ρεμδεσιβίρης κατά 4.290 ευρώ.
Συνοψίζοντας ο κ. Αθανασάκης επισήμανε ότι η πρώτιστη προσέγγιση για την οριστική λύση του ζητήματος της πανδημίας είναι ο εμβολιασμός. Παρόλα αυτά, ένα φορτίο αναγκών νοσηλείας συνεχίζει να εναποτίθεται στα νοσοκομεία ως αποτέλεσμα της νόσου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης που παρουσίασε, η προσθήκη της ρεμδεσιβίρης στην τυπική αντιμετώπιση των ασθενών στο νοσοκομείο με βάση την ένδειξή της, μπορεί να είναι αποδοτική επιλογή χρήσης των πόρων του συστήματος υγείας μειώνοντας παράλληλα το νοσοκομειακό φορτίο της πανδημίας.