Το ταξίδι του ασθενή με σπάνιο νόσημα

Το ταξίδι του ασθενή με σπάνιο νόσημα είναι γεμάτο προκλήσεις στην αναζήτηση θεραπείας, ενώ η πρόσβαση των ασθενών αυτών σε ειδικά φάρμακα έχει δυσκολίες καθώς αφορά σε λιγότερο μελετημένα ζητήματα λόγω του «μικρού» αριθμού ασθενών, ανά ασθένεια.

Ο επιπολασμός των σπανίων νοσημάτων στην παγκόσμια κοινότητα κυμαίνεται, ωστόσο, μεταξύ 3 και 5%, ποσοστό που αφορά ένα σεβαστό μέρος του πληθυσμού, ανέφερε ο ένας εκ των συντονιστών της συνεδρίας κ. Ηλίας Κυριόπουλος, στην εισαγωγή του. Ο κ. Κώστας Αθανασάκης προλογίζοντας κι αυτός την συζήτηση, είπε ότι η πορεία του ασθενή με σπάνιο νόσημα κρύβει προβλήματα, εμπόδια, προκλήσεις που δεν είναι προφανή, καθώς η προσοχή της έρευνας επικεντρώνεται σε πιο μαζικά ή χρόνια νοσήματα με μεγάλο αριθμό ασθενών.

Πρώτη έλαβε το λόγο η κ. Ζέφη Βοστιτσάνου, Διευθύντρια κυβερνητικών υποθέσεων, Genesis Pharma, τονίζοντας τη σημασία της ανάλυσης από διαφορετικές οπτικές γωνίες της πορείας ενός φαρμάκου για σπάνια νόσο, δηλαδή ενός ορφανού φαρμάκου, μέσα στο σύστημα. Καταρχάς, από την οπτική του ασθενή στην αναζήτηση της θεραπείας και του φαρμάκου του, κατά δεύτερον, από την οπτική της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας για την πορεία του φαρμάκου στην ελληνική αγορά, και τέλος, από την οπτική και εμπειρία της ιατρικής κοινότητας και των ενώσεων των ασθενών.

Η ανάπτυξη ενός φαρμάκου περιλαμβάνει μια πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία κλινικών μελετών μέχρι να φτάσει να αξιολογηθεί είτε στον ΕΜΑ ή στον FDA προκειμένου να αδειοδοτηθεί και να διατεθεί στην αγορά, επισήμανε η ομιλήτρια. Απαιτούνται περίπου 10 χρόνια για την ανάπτυξη του κατάλληλου μορίου, συνέχισε, δεδομένου ότι ένα στα 10.000 μόρια καταλήγει τελικά ως φάρμακο στον ασθενή. Ήδη υπάρχει δυσκολία λόγω της πολυπλοκότητας της κάθε σπάνιας νόσου, αλλά ο μικρός αριθμός ασθενών σημαίνει και περιορισμένη γνώση, και κατά συνέπεια μεγάλη δυσκολία στην προσέλκυση επενδύσεων για την έρευνα. Ένα τέτοιο φάρμακο αντιμετωπίζει περισσότερα προβλήματα από ένα συμβατικό φάρμακο μέχρι να δοθεί στην κυκλοφορία.

Ποιος είναι ο ρόλος της φαρμακοβιομηχανίας, αναρωτήθηκε η κ. Βοστιτσάνου. Σίγουρα η ανάπτυξη καινοτόμων φαρμάκων ανήκει στη διεθνή φαρμακοβιομηχανία, η οποία θα αναπτύξει νέα μόρια και θα διεξαγάγει κλινικές έρευνες. Η φαρμακοβιομηχανία στα αρχικά στάδια βοηθά και εκπαιδεύει την επιστημονική και ιατρική κοινότητα για τις σπάνιες παθήσεις, στηρίζει τα προγράμματα ασθενών προκειμένου να προσφέρει θεραπείες που δεν είναι ακόμη διαθέσιμες ή είναι διαθέσιμες με περιορισμούς. Η ανάπτυξη ενός τέτοιου φαρμάκου από τη φαρμακοβιομηχανία ωφελεί το σύστημα υγείας και την επιστημονική κοινότητα, αλλά κυρίως τον ασθενή που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε καμία δυνατότητα να αντιμετωπίσει τη νόσο του.

Η κ. Βοστιτσάνου εστιάζοντας τη συζήτηση στη χώρα μας, επισήμανε ότι κάθε φάρμακο πριν έρθει στην Ελλάδα έχει εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) με πολύ αυστηρές διαδικασίες ελέγχου, ωστόσο η αποζημίωση του φαρμάκου είναι αντικείμενο αξιολόγησης από την κρατική αρχή. Οι φαρμακευτικές εταιρίες καλούνται να ακολουθήσουν συγκεκριμένες διαδικασίες προκειμένου να φτάσει το φάρμακο στον Έλληνα ασθενή. Η ελληνική πραγματικότητα είναι γεμάτη εμπόδια, χρονικές καθυστερήσεις, αντικίνητρα και ελλείψεις, που στον μεγαλύτερο βαθμό επιβαρύνουν τις φαρμακευτικές εταιρίες και προκαλούν καθυστέρηση στην πρόσβαση του ασθενή στο φάρμακο.

Διάφορα στάδια προηγούνται της τοποθέτησης ενός αδειοδοτημένου φαρμάκου από τον ΕΜΑ στην ελληνική αγορά όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία: η τιμολόγηση, η αξιολόγηση με βάση τη διαδικασία αξιολόγησης της τεχνολογίας υγείας (HTA). Στη διαδικασία αυτή oι καθυστερήσεις είναι της τάξης του ενός έτους, μια αδικαιολόγητη καθυστέρηση για φάρμακα που έχουν ήδη αξιολογηθεί με πολύ αυστηρές διαδικασίες από τον ευρωπαϊκό οργανισμό φαρμάκων (ΕΜΑ), όπως αυτή για τα ορφανά φάρμακα, σχολίασε η κ. Βοστιτσάνου.

Η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης ορίζει την οικονομική επιβάρυνση, αλλά τα ορφανά φάρμακα και φάρμακα για σπάνιες παθήσεις αντιμετωπίζονται όπως τα συμβατικά φάρμακα, με οικονομικές επιβαρύνσεις απαγορευτικές, που δεν προσελκύουν τις εταιρείες ή το ενδιαφέρον για έρευνα, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η πρόσβαση των ασθενών σε αυτά τα φάρμακα. Το διαμορφωμένο πλαίσιο, είπε η ομιλήτρια, δυσχεραίνει την εισαγωγή των φαρμάκων αυτών και δεν προάγεται η πρόσβαση σε αυτά. Σε αυτό προστίθενται τα μέτρα που για τον έλεγχο της φαρμακευτικής δαπάνης τον καιρό της κρίσης και των μνημονίων, μέτρα προσωρινά, που έχουν τελικά παραμείνει μόνιμα.

Η κ. Βοστιτσάνου έκλεισε την ομιλία της με ένα παράδειγμα που αντιμετώπισε η εταιρεία της πριν έναν χρόνο, όπως είπε, για να υπογραμμίσει τα προβλήματα που η φαρμακοβιομηχανία συναντά καθημερινά. Το περιστατικό αφορά μη ορφανό φάρμακο το οποίο πήρε έγκριση – άδεια κυκλοφορίας για μια πολύ σπάνια νόσο, τη νόσο του Αδαμαντιάδη – Bechet, η οποία χαρακτηρίζεται από γεωγραφική εντοπιότητα καθώς εμφανίζεται στις χώρες της Μεσογείου. Η εταιρεία είχε διαμορφώσει τον φάκελο για την αποζημίωση σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, χωρίς όμως η εταιρεία να πληροί τη μνημονιακή υποχρέωση να το κυκλοφορεί σε 5 από τις 11 χώρες, προκειμένου να κατατεθεί φάκελος κλινικής αξιολόγησης. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να απορριφθεί ο φάκελος από την επιτροπή κλινικής αξιολόγησης και να μην προχωρήσει η αποζημίωση και να μη διατεθεί το φάρμακο.

Ο Γεώργιος Κούτσης, κλινικός γιατρός, νευρολόγος που εξειδικεύεται στην γενετική των νευρολογικών νοσημάτων και πανεπιστημιακός, στην ομιλία του επικεντρώθηκε στη νευρογενετική και χρησιμοποίησε το παράδειγμα του σπάνιου νοσήματος της κληρονομικής αμυλοείδωσης.

Στην Ευρώπη σπάνιο ορίζεται ένα νόσημα όταν προσβάλλει λιγότερο από 1 ανά 2.000 ανθρώπους. Ωστόσο υπάρχουν περίπου 7.000 διαφορετικά νοσήματα, κατά συνέπεια τα άτομα που νοσούν από σπάνια νοσήματα στην Ευρώπη είναι περίπου 30 εκατομμύρια. Εξ αυτών ποσοστό μικρότερο του 5% είναι θεραπεύσιμα, αλλά ζούμε σε περίοδο που συντελούνται ραγδαίες και επαναστατικές θεραπευτικές εξελίξεις. Τα γενετικά νοσήματα είναι από τις σημαντικότερες ομάδες σπάνιων νοσημάτων και η νευρογενετική να είναι στο επίκεντρο του κόσμου των σπανίων νοσημάτων, εξήγησε ο ομιλητής.

Το παράδειγμα της κληρονομικής αμυλοείδωσης από τρανσθυρετίνη είναι ένα σπάνιο νόσημα με συχνότητα κάτω από 1 ανά 100.000. Τα τελευταία χρόνια στην προσπάθεια να προσεγγιστεί η επίπτωση σε εθνικό επίπεδο, συλλέξαμε στοιχεία από όλες τις νευρολογικές κλινικές και αναγνωρίστηκαν περίπου 60 οικογένειες στην χώρα μας που πάσχουν από αυτό το νόσημα. Η τρανσθυρετίνη είναι μια πρωτεΐνη που μεταφέρει ουσίες στο αίμα. Όταν υπάρχει γενετική μεταλλαγή στην πρωτεΐνη αυτήν, προκύπτει παθολογική εναπόθεσή της σε ιστούς ως αμυλοειδές, με αποτέλεσμα να καταστρέφει σταδιακά τους ιστούς και να οδηγεί τους ασθενείς στον θάνατο σε 10 – 15 χρόνια. Η κληρονομική αμυλοείδωση προσβάλλει κυρίως το νευρικό σύστημα και την καρδιά, ενώ το κλειδί για να διαγνωστεί είναι ο υψηλός δείκτης υποψίας. Τα τελευταία 3 χρόνια έχουμε επαναστατικές θεραπευτικές εξελίξεις στο νόσημα αυτό. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει άμεση πρόσβαση στον μοριακό γενετικό έλεγχο, ενώ απαιτείται αντιμετώπιση σε κέντρα Εμπειρογνωμοσύνης από πολυεπιστημονικές ομάδες.

Από το 2017 που αυξήθηκαν κατακόρυφα οι γενετικοί έλεγχοι στο Αιγινήτειο, παράλληλα αυξήθηκε ο αριθμός των πασχόντων, αλλά και των ασυμπτωματικών φορέων που ψάχνουμε, ανθρώπους που μπορούμε να προστατεύσουμε με τα φάρμακα που έχουμε από μία πάρα πολύ βαριά νευροεκφυλιστική νόσο. Οι επαναστατικές γονιδιακές θεραπείες δρουν στο RNA και καταστέλλουν την παραγωγή αυτής της παθολογικής πρωτεΐνης.

Έχουν γίνει σημαντικές θεσμικές προσπάθειες είπε ο κ. Κούτσης, όπως η ανάδειξη των «Κέντρων Εμπειρογνωμοσύνης» σπανίων και πολύπλοκων νοσημάτων σε εθνικό επίπεδο, τα οποία με την στήριξη της πολιτείας προσπαθούν συμμετέχουν στα αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Δίκτυα (European Reference Networks for Rare Diseases). Επίσης, άλλες πρωτοβουλίες όπως το ΕΔΙΑΝ (Εθνικό Δίκτυο Ιατρικής Ακρίβειας Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων) αναδεικνύουν επίσης το ζήτημα της αντιμετώπισης σπάνιων νοσημάτων.

Ο ομιλητής κατέθεσε τις προτάσεις του για το μέλλον, που είναι η έμπρακτη στήριξη και χρηματοδότηση των «Κέντρων Εμπειρογνωμοσύνης», η στοχευμένη χρηματοδότηση κέντρων γενετικού ελέγχου σπανίων κληρονομικών παθήσεων σε εθνικό επίπεδο, η ανάπτυξη πλαισίου για κλινικές μελέτες σε σπάνια νοσήματα και η θεσμική στήριξη των ασθενών με σπάνια γενετικά νοσήματα και των οικογενειών τους.

Ο Δημήτριος Αθανασίου, εκπρόσωπος της Ένωσης Ασθενών Ελλάδας, παρουσίασε δεδομένα και αριθμούς για να υπογραμμίσει τη σοβαρότητα του ζητήματος για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους. Τα περιστατικά με σπάνια νοσήματα σε απόλυτο αριθμό αγγίζουν τις 350.000 με 500.000 στην Ελλάδα. «Το 50% των νόσων αφορούν παιδιά, το 75% ξεκινά από την παιδική ηλικία, το 35% των παιδιατρικών ασθενών μας δεν προλαβαίνουν να φτάσουν τα 5 έτη, ενώ το 60% των θανάτων στα παιδιατρικά νοσοκομεία είναι από σπάνια νοσήματα», είπε. Καθώς δεν υπάρχει πλαίσιο στη χώρα μας, οι ασθενείς βρίσκονται σε μια γκρίζα ζώνη, σχολίασε ο κ. Αθανασίου, πολλές φορές αδιάγνωστοι, με σοβαρές ελλείψεις όσον αφορά την εκπαίδευση και την ενδυνάμωση.

Αντίθετα, στην Ευρώπη τα σπάνια νοσήματα ανεβαίνουν σε προτεραιότητα, καθώς η κανονιστική πολιτική και για τα παιδιατρικά, αλλά και για τα ορφανά φάρμακα είναι υπό αναθεώρηση. Ωστόσο, παρότι υπάρχουν 7.000 νοσήματα ο σχετικός κανονισμός ισχύει από το 2000 και αξιολογείται το 2021. Υπάρχουν 2.000 ορφανές ενδείξεις, ωστόσο έχουμε μόλις 200 προϊόντα τα τελευταία 20 χρόνια, επισήμανε ο ομιλητής. Είναι φανερό ότι τα σπάνια νοσήματα δεν μπορούν να συγκριθούν με τα καλά διαχειρίσιμα νοσήματα, αλλά αποτελούν μια τεράστια ανάγκη που το σύστημα υγείας δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά.

Όπως είπε ο κ. Αθανασίου, το 80% των καινοτόμων φαρμάκων αφορούν σπάνια νοσήματα. Τα σπάνια νοσήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο ολιστικά και είναι υπό ανάπτυξη το σχετικό ευρωπαϊκό πλάνο. Όσον αφορά την αντιμετώπιση των σπανίων νοσημάτων, επειδή στους ασθενείς αυτούς τα ποσοστά αναπηρίας είναι υψηλά και οι συννοσηρότητες πολλές, απαιτείται ομάδα από 6 έως 8 ειδικότητες. Επιπλέον, ο χρόνος διάγνωσης κυμαίνεται από 7 έως 10 χρόνια.

«Η δύναμη των δικτύων στα σπάνια νοσήματα είναι τα πάντα», τόνισε ο κ. Αθανασίου, και συμπλήρωσε ότι είναι απαραίτητο να συνδεθούμε με τα αντίστοιχα δίκτυα στο εξωτερικό, για να μην μείνουμε στο σημείο που ξεκινήσαμε. Τα ERNS -European Reference Networks for Rare Diseases- είναι σημαντικά δίκτυα νοσοκομείων που αντιμετωπίζουν σπάνια νοσήματα. Αρχικά, στα 1.000 νοσοκομεία του Δικτύου δεν υπήρχε ούτε ένα από την Ελλάδα, επισήμανε ο κ. Αθανασίου, τώρα όμως συμμετέχει και η χώρα μας. Η ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας στα ERNS, η ενσωμάτωση των ασθενών στην λήψη αποφάσεων είναι σημαντική αλλά έχουμε ακόμη αρκετή δουλειά, παρατήρησε.

Στη συνέχεια ο κ. Αθανασίου αναφέρθηκε στην πρόσβαση των ασθενών με σπάνια νοσήματα σε διάφορους πόρους, η οποία κρίνει τελικά την έκβασή τους. Για τους παιδιατρικούς ασθενείς, είναι απαραίτητη η καλή πληροφόρηση για να κατανοήσει η οικογένεια ότι το παιδί πάσχει από ένα σπάνιο νόσημα, πρόσθεσε, και για να γίνει αυτό χρειάζονται και καλύτερα εκπαιδευμένοι ιατροί.

Η πρόληψη με νεογνικούς ελέγχους είναι εξαιρετικά σημαντική καθώς συμβάλλει όχι μόνο στη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας αλλά και στην αποφυγή του πόνου των οικογενειών, υπογράμμισε ο ομιλητής. Αλλά και στο επίπεδο της διάγνωσης, απαιτείται έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση, ώστε να μην περνούν 7 και 10 χρόνια μέχρι να διαγνωστεί το νόσημα. Ο κ. Αθανασίου επισήμανε σε αυτό το σημείο μια δυσλειτουργία, όσον αφορά τους γενετικούς ελέγχους, οι οποίοι αν και είναι υποχρεωτικοί, δεν καλύπτονται από τα ταμεία και κοστίζουν 1.500€ το άτομο, που σημαίνει για μια τετραμελή οικογένεια 6.000€ για μια γενετική διάγνωση.

Ο ασθενής με σπάνιο νόσημα είναι διαφορετικός από τον μέσο ασθενή και γνωρίζει για το νόσημά του περισσότερα από οποιονδήποτε, είπε ο κ. Αθανασίου, ωστόσο είναι απαραίτητο να λαμβάνει ολιστική θεραπεία και να παρακολουθείται από ομάδες γιατρών. Η πρόσβαση στις κλινικές δοκιμές είναι επίσης πολύ σημαντική, καθώς κρίνει την ίδια τη ζωή αυτών ασθενών, και ειδικότερα των παιδιών. Ο κ. Αθανασίου έκλεισε την ομιλία του θυμίζοντας ότι ο χρόνος είναι πολύ σημαντικός για την επιβίωση στα σπάνια νοσήματα.